Στις 11 Νοεμβρίου 2013 συμπληρώνονται 30 χρόνια από την ιστορική μέρα της κατάληψης του ιδρύματος της Σχολής Τυφλών Θεσσαλονίκης από τους Τυφλούς και τους γονείς τους. Οι δύο Σχολές τυφλών της Χώρας – Αθήνας και Θεσσαλονίκης -, όπως υπήρχαν τότε, έχουν συγχωνευτεί πλέον, από το 2011, σε μία, υπό το καθεστώς ΝΠΔΔ (ΚΕΑΤ), το οποίο ήταν και η βασική διεκδίκηση του κινήματος της κατάληψης. Τα αιτήματα των Τυφλών τις δεκαετίες του 70 και του 80 παραμένουν και σήμερα πιο επίκαιρα παρά ποτέ, η δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση για όλους τους Τυφλούς, η επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση, η προστασία των πολυανάπηρων τυφλών και των τυφλών τρίτης ηλικίας, είναι ζητήματα τα οποία ταλάνιζαν τους Τυφλούς του τότε και για τα οποία η Ε.Τ.Β.Ε. «Ο Λουδοβίκος Μπράιγ» αγωνίζεται μέχρι και σήμερα.
  Άξιο προσοχής το γεγονός ότι από τους πλέον των 250 μαθητών που υποστήριζαν οι δυο Σχολές Τυφλών της Χώρας πριν από σαράντα χρόνια, σήμερα είμαστε μόλις στον αριθμό 80,  σύμφωνα με τα στοιχεία του ΚΕΑΤ, φανερώνοντας την ένδεια στο σύστημα εκπαίδευσης και προστασίας των Τυφλών,  ενώ σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας ο αριθμός των τυφλών μαθητών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι οποίοι δεν εκπαιδεύονται στο ΚΕΑΤ είναι 320.  Γενικώς παραδεκτό είναι το γεγονός της ελλιπούς υποστήριξης των μαθητών αυτών οι οποίοι φοιτούν στα σχολεία γενικής Παιδείας, μέσα από τμήματα ένταξης ή παράλληλης στήριξης, χωρίς ουδεμία υποστήριξη από το ΚΕΑΤ και ειδικά σήμερα με τα τεράστία κενά στη στελέχωση των σχολείων. Κανείς όμως δε λαμβάνει υπόψη τις χιλιάδες τυφλών οι οποίοι ζουν ουσιαστικά αποκλεισμένοι στα σπίτια τους χωρίς να έχουν λάβει καμίας μορφής εκπαίδευση.   
  Δυστυχώς όμως σήμερα δεν υπάρχει στόχος για την επόμενη μέρα τόσο σε θεσμικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο δομών. Αυτό που ενδιαφέρει το κίνημα των Τυφλών σήμερα είναι η προσπάθεια καθενός να σώσει το τομάρι του και μόνο, μέσα στα στενά οικονομικά πλαίσια. Κανείς δε σκέφτεται όμως σε ποιο καθεστώς θα βρίσκονται οι Σχολές Τυφλών αύριο και σε ποιο μορφωτικό, επαγγελματικό και προνοιακό επίπεδο οι Τυφλοί της χώρας.
  Η πλειοψηφία των Τυφλών συνεχίζει χωρίς να έχει λάβει μόρφωση και εκπαίδευση σε βασικές καθημερινές δεξιότητες. Μόρφωση λαμβάνει το 15 τοις εκατό των Τυφλών ενώ επαγγελματική αποκατάσταση το λιγότερο από το 3 τοις εκατό.  Σήμερα οι εργαζόμενοι Τυφλοί ανέρχονται μόλις στους 150 σε σύνολο 20.000 απογεγραμμένων Τυφλών σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2012. Η κατάσταση ήταν απελπιστική και προ κρίσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να γίνουν αλλαγές και σήμερα, ακόμα και στις σημερινές τραγικές οικονομικές συνθήκες. Δυστυχώς όμως τα προστατευόμενα εργαστήρια τα οποία υπήρχαν στη Σχολή Τυφλών, δομή ζωτικής σημασίας για την επαγγελματική αποκατάσταση των πολυανάπηρων Τυφλών, αντί να παραμείνουν και να αναπτυχθούν, δίνοντας επαγγελματικές ευκαιρίες και διεξόδους στους Τυφλούς, όπως δικαιούνται σε μια ισόνομη Πολιτεία, καταργήθηκαν και μάλιστα προ κρίσης (ουσιαστικά το 1999), ζήτημα το οποίο δεν υπάρχει καν στην ατζέντα του Τυφλικού και γενικά του αναπηρικού κινήματος. 
  Η ενιαία Σχολή Τυφλών έχει πλέον τα εφόδια εξέλιξης, από τη στιγμή που υπάρχει μία κεντρική Διοίκηση. Το ίδιο το Υπουργείο Εργασίας όμως, ως εποπτεύουσα αρχή, φοβάται να ελέγξει για τον απλούστατο λόγο ότι το ΚΕΑΤ «ελέγχεται» από το ισχυρό κομματικό πελατειακό κράτος, το οποίο αφορά τόσο τους Διοικούντες όσο και τους ίδιους τους εργαζομένους αλλά και το συνδικάτο των τυφλών και των αναπήρων ευρύτερα. Απόδειξη είναι ότι από το 1996, που υφίσταται ο Νόμος περί προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ και μετά, κανείς εργαζόμενος δεν έχει προσληφθεί στη Σχολή Τυφλών βάσει αυτού του Νόμου, παρά τις δεκάδες τοποθετήσεις εργαζομένων με αδιαφανείς διαδικασίες. Απαίτηση δική μας όλα αυτά τα χρόνια είναι η ουσιαστική πάταξη της κομματοκρατίας η οποία έχει εισέλθει όλα αυτά τα χρόνια στους διοικούντες, εργαζομένους και στο κίνημα των Τυφλών και αφορά το Ίδρυμα. 
  Ενώ το κλισέ της Πολιτείας και των κοινωνικών εταίρων είναι ότι ο Τυφλός εκπαιδεύεται, αποκαθίσταται επαγγελματικά και η Πολιτεία μεριμνά για αυτόν, τα στοιχεία για το πόσα βήματα έχουν γίνει τα τελευταία 30 χρόνια όπως φαίνονται και πιο πάνω είναι από απογοητευτικά έως τραγικά. Με υποτιθέμενους επιστήμονες που στελεχώνουν όλη τη δομή, από το Υπουργείο μέχρι το Ίδρυμα, με βαρύγδουπες δηλώσεις αρμοδίων δεξιά και αριστερά, με χρηματοδότηση από Ευρωπαϊκά προγράμματα, με νομοθετήματα, με εκατοντάδες εκατομμύρια του Ελληνικού λαού τα οποία έχουν τρέξει στο όνομα των τυφλών, οι μόνοι οι οποίοι έχουν ευνοηθεί είναι οι υμέτεροι οι οποίοι διορίζονταν σωρηδόν. Υπάρχουν σαφώς και οι φωτεινές εξαιρέσεις των εργαζομένων εκείνων οι οποίοι τιμούν το ρόλο τους εργαζόμενοι με ζήλο για την πρόοδο των τυφλών, μετρημένοι όμως στα δάχτυλα του ενός χεριού. Για αυτόν ακριβώς το λόγο επιτακτική κρίνεται η ανάγκη αλλαγής του τρόπου διοίκησης με την είσοδο τεχνοκρατών και επιστημόνων, οι οποίοι απερίσπαστοι και ανεξάρτητοι θα επιτελέσουν το ρόλο τους και τον σκοπό του Ιδρύματος για την ομαλότερη και ουσιαστική ένταξη του Τυφλού ατόμου στην κοινωνία.  
  Δυστυχώς φαίνεται ότι η Πολιτεία αδυνατεί να έρθει προ των ευθυνών της, παρόλα αυτά πεποίθησή μας είναι ότι η Πολιτεία πάνω απ’ όλα οφείλει να έχει τον πρώτο ρόλο στη διαχείριση της εκπαίδευσης και προστασίας του Τυφλού ατόμου.